Το βιβλίο ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΕΣ που εκδίδει ο Δαίμων του Τυπογραφείου αποτελεί μετάφραση του βιβλίου “PARTISANAS, women in the armed resistance to fascism and german occupation / 1936 – 1945” της Ingrid Strobl, μια άκρως εκτενή μελέτη πάνω στη συγκεκριμένη θεματική, γραμμένο από μια παλιά αγωνίστρια της γερμανικής αντικαπιταλιστικής-αντιμπεριαλιστικής αριστεράς, φυλακισμένη με την κατηγορία της συμμετοχής στην οργάνωση ROTE ZORA (Κόκκινες Ζορό), παράλληλο γυναικείο σχήμα της οργάνωσης ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΙ ΠΥΡΗΝΕΣ. Το πρόβλημα που αντιμετωπίσθηκε ήταν ο πολύ μεγάλος όγκος δουλειάς για τη συνολική μετάφραση και έκδοση ενός βιβλίου που εκτείνεται σε τριπλάσιο μέγεθος από την παρούσα έκδοση. Από την άλλη, υπάρχει ένα παράδοξο κενό το οποίο καθιστά την εργασία της Strobl ελλιπή: η απουσία της όποιας αναφοράς σε δύο από τα σημαντικότερα και μαζικότερα αντάρτικα κινήματα της Ευρώπης, το ελληνικό και το ιταλικό. Και εννοείται, φυσικά, από τη σκοπιά της γυναικείας συμμετοχής σε αυτά. το οποίο καλύφθηκε με προσθήκη στοιχείων και από άλλες εκδόσεις ώστε να συμπεριληφθούν και ιστορίες ιταλίδων, ελληνίδων και μακεδονισσών γυναικών που συμμετείχαν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης. (…)
Βιβλιοπαρουσίαση: “Αντάρτισσες, ένοπλες γυναίκες ενάντια στο φασισμό στην Ευρώπη 1936-1949” της Ingrid Strobl (από τις εκδόσεις Δαίμων του Τυπογραφείου) και προβολή της συνέντευξης της Μαρίας Φέρλα-Μπέικου, [καπετάνισσα-ανθυπολοχαγός της επονίτικης διμοιρίας ανταρτισσών της 13ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ] *
την ΤΕΤΑΡΤΗ 4/4 στις 8μμ στην Κατάληψη Δράκα
Η αντιστασιακή μαχήτρια Μαρία Μπέϊκου (1925-2011)από τα 19 της χρόνια πολεμάει με τον ΕΛΑΣ στα βουνά ενάντια στους κατακτητές, στον Εμφύλιο ξανά με τον Δημοκρατικό Στρατό και τέλος φυγαδεύεται κυνηγημένη στην Τασκένδη και κατόπιν στην Ε.Σ.Σ.Δ, όπου – εκτός των άλλων – σπουδάζει στο Ινστιτούτο Κινηματογραφίας, γίνεται στενή φίλη και κουμπάρα του Αντρέι Ταρκόφσκι, αλλά και η “φωνή” στην ελληνική εκπομπή του Ράδιο-Μόσχα. Μετά από 16 ολόκληρα χρόνια θα ξαναδεί τον άντρα της, Γεωργούλα Μπέϊκο.
Στην Αντίσταση
Η Μαρία Φέρλα γεννήθηκε το 1925, στην Ιστιαία της Εύβοιας, από γονείς της μεσαίας τάξης. Η Κατοχή την βρίσκει στο μαθήτρια Γυμνασίου. Η πρώτη της αντιστασιακή πράξη ήταν να στεφανώσει, μαζί με τους συμμαθητές της, το ηρώο στην πλατεία του χωριού, στις 25 Μαρτίου του 1942. Σύντομα οργανώνεται στην «Αλληλεγγύη» ενώ εμφανίζονται οι πρώτες ομάδες ανταρτών. Μπαίνει στην ΕΠΟΝ με τη δημιουργία της και, παράλληλα με το σχολείο, μαζεύει υλικό για τους αντάρτες και μιλάει στα χωριά καλώντας τους πολίτες να στηρίξουν την Αντίσταση.
Μετά το Γυμνάσιο, οι γονείς της που αποφάσισαν ότι θα σπούδαζε Ιατρική, στέλνουν τον αδερφό της στην Αθήνα για τις εγγραφές και σύντομα ακολουθεί και η ίδια. Φτάνοντας στην πρωτεύουσα, όμως, ανακαλύπτει ότι ο αδερφός της έχει συλληφθεί από τις δυνάμεις κατοχής και ότι βρισκόταν στις φυλακές Χατζηκώστα. Στο Χημείο, όπου οργανωνόταν η αντίσταση, συναντά τον σύνδεσμό της, Λεωνίδα Κύρκο και ξεκινά τις προσπάθειες να απελευθερώσει τον Γ.Φέρλα. Τελικά, οι γνωριμίες και τα δώρα του πατέρα της επιτυγχάνουν το σκοπό. Την μέρα που ο αδερφός της βγαίνει από τα κρατητήρια, η Μαρία Φέρλα πέφτει άρρωστη και ο πατέρας της αποφασίζει να διακόψει τις σπουδές της και να επιστρέψει στην Εύβοια. Τα όσα είδε και έζησε στην Αθήνα, όμως, της προκαλούν βαθιά εντύπωση και οργή και την κάνουν να θέλει να λάβει μέρος στον ένοπλο αγώνα.
Στο Καρπενήσι υπήρχε η 13η Μεραρχία του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) και, πλαστογραφώντας την υπογραφή του πατέρα της, γίνεται δεκτή . Κύριο καθήκον της διμοιρίας των ΕΠΟΝιτισσών ήταν η εξασφάλιση προμηθειών για τους αντάρτες και η εμψύχωση του λαού. Ξανά, γυρνάει στα χωριά και με τραγούδια, σκετς και ομιλίες προσπαθεί να εξασφαλίσει τα αναγκαία για την επιβίωση του αντάρτικου ενώ, ταυτόχρονα, λαμβάνει μέρος στις μάχες με τους κατακτητές. Πολιτικός καθοδηγητής της ομάδας είναι ο δημοσιογράφος Γεωργούλας Μπέικος, ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με τη τήρηση και τη διάδοση των σκοπών της οργάνωσης στους αντάρτες και στον πληθυσμό του χώρου δράσης.
Φτάνει η απελευθέρωση, το φθινόπωρο του 1944, και η Μαρία Φέρλα με τις συντρόφισσές της κόβουν τις κοτσίδες τους για να παρελάσουν στη Λαμία, όπως είχαν υποσχεθεί όταν μπήκαν στην Αντίσταση. Με τη συμφωνία της Καζέρτας, η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου, έθεσε τον ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του Βρετανού στρατηγού Σκόμπυ, ο οποίος ήταν επίσης διοικητής όλων των ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα.
ο Εμφύλιος ήταν άμυνα
Η ευφορία από την απελευθέρωση δεν θα διαρκέσει όμως για πολύ. Πριν συμπληρώσει δυο μήνες ελευθερίας η Αθήνα, ξεσπάνε τα Δεκεμβριανά μεταξύ ΕΑΜ και κυβέρνησης που είχε τη στήριξη των αγγλικών στρατευμάτων, για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να συγκροτηθούν οι ένοπλες δυνάμεις της ελεύθερης πλέον Ελλάδας.
Ύστερα από πέντε εβδομάδες ανελέητων μαχών το ΕΑΜ αναγκάστηκε να υπογράψει τη Συμφωνία της Βάρκιζας με την κυβέρνηση του νέου πρωθυπουργού, Ν. Πλαστήρα, και ο ΕΛΑΣ παίρνει δυο εβδομάδες διορίας για να αφοπλιστεί και να διαλυθεί. Η Μαρία Φέρλα παραδίνει το όπλο της. «Το κάναμε με κλάματα. Δεν καταλαβαίναμε γιατί, αφού είχαμε νικήσει. Και ξέραμε ότι τώρα αρχίζουν όλα τα βάσανα».
Τον Νοέμβριο του 1945 παντρεύεται τον Γεωργούλα Μπέικο ο οποίος συλλαμβάνεται τον Απρίλιο του 1946. Η ίδια αντιμετωπίζει πολλές κακουχίες, προσβάλλεται από φυματίωση και εν τέλει μπαίνει στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού. Οργανώνει τη φυγή της για την ΕΣΣΔ, τον Αύγουστο του 1949, μέσω Αλβανίας.
Χωρίς ιθαγένεια στην Ε.Σ.Σ.Δ.
Φορτωμένη σαν εμπόρευμα σε αμπάρι πλοίου φτάνει στην Τασκένδη, ενώ ο άντρας της καταδικάζεται σε ισόβια και ο αδερφός της βρίσκεται ήδη στην εξορία. Το 1952 επιλέγεται για τη θέση της εκφωνήτριας στον ελληνόφωνο ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας, Εδώ Μόσχα, και τον επόμενο χρόνο ξεκινάει τις σπουδές της στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου, με καθηγητή τον Μιχαήλ Ρομμ. Στο ίδιο τμήμα μαθητής είναι και ο Αντρέι Ταρκόφσκι με τον οποίο και την μετέπειτα σύζυγό του Ίρμα Ράους, αναπτύσσουν βαθιά φιλία. Κατά το τρίτο έτος των σπουδών τους μάλιστα συνσκηνοθετούν ένα φιλμ βασισμένο στο διήγημα του Έρνεστ Χέμινγουέι, «Οι φονιάδες» . Η κ. Μπέικου μάλιστα έδωσε το όνομα στο γιο του Αντρέι και της Ίρμα, Αρσένι. Στην Ε.Σ.Σ.Δ. ζει το θάνατο του Στάλιν και την ανακούφιση στην κοινωνία όταν ο Χρουστσόφ κήρυξε την αποσταλινιποίηση.
Ξαναβρίσκεται με τον άντρα της το 1961, ο οποίος έχει καταφέρει να μεταβεί στη Μόσχα με διαπίστευση της «Αυγής». Το 1975, με τη Μεταπολίτευση, η Μαρία Μπέικου επιστρέφει στην Ελλάδα για να ξαναπάρει την ιθαγένεια. Μετά από 25 χρόνια χωρίς ιθαγένεια και έξι μήνες ταλαιπωριών με το ελληνικό σύστημα, παίρνει το ελληνικό διαβατήριο και γυρνάει στη Μόσχα για να μάθει ότι ο άντρας της έχει πεθάνει. «Ήταν ασύλληπτο. Δεν μου το είπαν μέχρι που έφτασα σπίτι. Να μεταφέρω την τέφρα του στα χέρια μου, σαν την Ηλέκτρα. Δεν ήθελα να ζήσω» μας λέει συγκινημένη, «μετά το θάνατο του Γεωργούλα δεν με ενδιαφέρει τίποτα, δεν ασχολούμαι καθόλου με το κόμμα, έκοψα κάθε σχέση».
Επιστροφή στην Ελλάδα
Με 1.000 δραχμές αποζημίωση από το ελληνικό κράτος και πληρωμένα τα έξοδα μεταφοράς της οικοσκευής της από τη Σοβιετική Ένωση, η κ. Μπείκου επέστρεψε στην Αθήνα και εργάστηκε στις διαπραγματεύσεις για τις μετακλήσεις μεγάλων σοβιετικών καλλιτεχνών στην Ελλάδα. Εργάστηκε επίσης στη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, στην εφημερίδα «Έθνος» κ.α. «Δούλεψα πολύ, μπορώ να πω ότι δούλευα 25 ώρες τη μέρα» τονίζει η κ. Μπέικου. Σήμερα, 84 ετών, αφιερώνει το χρόνο της στην υγεία της και το θέατρο. Στα τέλη Οκτωβρίου, μάλιστα, θα ανεβεί ξανά η παράσταση «Μάουζερ» του Χάινερ Μύλλερ, σε σκηνοθεσία Θ. Τερζόπουλου, στην οποία ερμηνεύει το ρόλο της κατηγόρου.
Στην ερώτηση αν λαμβάνει κάποια βοήθεια από το κράτος, απαντά ξαφνιασμένη: «Θα αστειεύεστε βέβαια!» και λέει πως μέσα της υπάρχει πια πικρία από το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Τώρα αφιερώνει αποκλειστικά το χρόνο της στις δραστηριότητές της και την υγεία της, αφού εξακολουθεί να κάνει θεραπεία για τον καρκίνο. «Αυτή τη μάχη θα την δίνω μέχρι το τέλος της ζωής μου, απ’ ότι φαίνεται», μας λέει γελώντας ήρεμη ανάμεσα σε ιστορικής αξίας κειμήλια και φωτογραφίες από τη ζωή του ζεύγους Μπέικου.
Σεπτέμβριος 2009